Κυριακή 8 Μαΐου 2011

Εισαγωγικό σημείωμα

Το χαϊκού είναι ένα είδος επιγραμματικής ποίησης αποτελούμενο από 17 συλλαβές σε τρεις στίχους, με συνηθέστερη μορφή το σχήμα 5-7-5 συλλαβές αντίστοιχα, το οποίο εμφανίστηκε στην Ιαπωνία τον 16ο αιώνα ως εξέλιξη του τάνκα (είδος παραδοσιακής ιαπωνικής ποίησης με δυο στροφές: η πρώτη αποτελείται από τρεις στίχους με 5-7-5 συλλαβές και η δεύτερη από δύο στίχους με 7-7 συλλαβές). Ουσιαστικά, το χαϊκού προήλθε από τη σταδιακή ποιητική ανεξαρτητοποίηση της πρώτης στροφής του τάνκα, και ως πρώτος μεγάλος δημιουργός ποιημάτων χαϊκού θεωρείται ο Ματσούο  Μπασό (1644–1694).

 Το χαϊκού παρέμεινε περιορισμένο στα νησιά της Ιαπωνίας μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, οπότε και πέρασε αρχικά στη βόρεια Αμερική και τις άλλες αγγλόφωνες χώρες και μετά στον υπόλοιπο κόσμο όπου και έτυχε σημαντικής αποδοχής. Σήμερα δεν υπάρχει χώρα και γλώσσα που να μην έχει γραφεί ποίηση χαϊκού. Στην Ελλάδα ως πρώτος δημιουργός χαϊκού θεωρείται ο Γ. Σταυρόπουλος, ο οποίος το 1925 δημοσίευσε έξι χαϊκού (με τίτλο τρίστιχα) στο περιοδικό Λυκαβηττός, ενώ καθοριστική για τη διάδοση τους στη χώρα θεωρείται η δημοσίευση των δεκαέξι περίφημων χαϊκού του Γιώργου Σεφέρη στο Τετράδιο Γυμνασμάτων (1928-1937).

 Μέσω του χαϊκού, ο δημιουργός του προσπαθεί, στην αυστηρή από πλευράς ορίων δομή του, να καταγράψει μια εικόνα της φύσης σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Αυτό βέβαια δεν αποτελεί πλέον απόλυτα δεσμευτικό κανόνα και μάλιστα έχουν γραφεί χαϊκού (ή μάλλον σε τρόπο χαϊκού) που θέτουν ή υπονοούν φιλοσοφικά ερωτήματα. Σε κάθε περίπτωση πάντως, σε ένα ποίημα χαϊκού θα πρέπει να υπάρχει η παρουσία της φύσης και η έννοια του χρόνου.